Γράφει η Αιμιλία Πανταζή
Αχ αυτά τα αξέχαστα παιδικά καλοκαίρια… πόσο διαφορετικά ήταν από αυτά της ενήλικης ζωής!
Τη δεκαετία του 70 δεν είχαν όλα τα εξοχικά σπίτια τηλέφωνο. Ένα τηλέφωνο υπήρχε στη γειτονιά στο σπίτι της κυρίας Αντιγόνης. Αν ήταν ανάγκη εκεί μας τηλεφωνούσαν και εκείνη έβγαινε στο δρόμο και φώναζε «Κυρά Μαρία τηλέφωνο! Λουκία…. τηλέφωνο! Κύριε Κώστα τηλέφωνο!» Την άκουγε όλη η γειτονιά. Και έτρεχε ο ενδιαφερόμενος να μιλήσει. Η κυρία Αντιγόνη ήταν από τους πιο γλυκούς και καλοσυνάτους ανθρώπους της γειτονιάς. Με την κόρη της είμαστε φίλες όπως και με την Ντίνα την εγγονή του άλλου γείτονα που τον έλεγαν Κώστα Βουτσά αλλά δεν ήταν ο ηθοποιός. Και με την Πόπη την κόρη της κυρά Δέσποινας είμαστε φίλες που είχε κολλήσει σε ένα τραγουδάκι και το έλεγε ασταμάτητα «Είμαι η μικρή Πουπέ που σχολειό πηγαίνω, τα πολλά τα γράμματα τς (δεν) καταλαβαίνω, τς καταλαβαίνω»!!! Παίζαμε εκτός των άλλων και με κούκλες. Εγώ κουβαλούσα από στο σπίτι στο Γαλάτσι όσες μου έπιαναν τον τόπο χωρίς νόημα, έφερναν και εκείνες τις δικές τους και ο μικρός μου αδερφός έκανε τον γιατρό όταν οι κούκλες αρρώσταιναν. Το παιχνίδι με τις κούκλες ήταν κάτι εξαιρετικά σπάνιο για μένα, που δεν με τρελαινόμουν για αυτές αλλά τι να έκανα; Στα άλλα κορίτσια άρεσαν. Τους έφτιαχναν φουστάνια, τις χτένιζαν, τις νανούριζαν. Πόσο βαρετό!!! Εγώ προτιμούσα να κάνω κεφτεδάκια και τούρτες από χώμα και νερό για να τις ταΐσουν και μετά αναλάμβανα το πλύσιμό τους. Αυτό μάλιστα. Αυτό ήταν παιχνίδι. Σαπούνι, νερό και πλατσούρισμα.
Η συσκευή που παραθέριζε μαζί μας ήταν μια ασπρόμαυρη τηλεόραση Loewe Opta. Κάθε καλοκαίρι έκανε το δρομολόγιο Γαλάτσι-Δροσιά, Δροσιά-Γαλάτσι. Τηλεκοντρόλ δεν διέθετε και αναγκαζόσουν να σηκωθείς για να αλλάξεις κανάλι: ΥΕΝΕΔ, ΕΙΡΤ και τούμπαλιν. Η Νάκυ Αγάθου έλεγε το πρόγραμμα. Οι εκπομπές της Αλίκης Νικολαΐδου και η «Σύγχρονη Εύα» της Έλλης Ευαγγελίδου έκαναν θραύση στις μαμάδες και τις γιαγιάδες. Το «Λούνα Παρκ», ο «Άγνωστος Πόλεµος», ο «Παράξενος ταξιδιώτης», «Η γειτονιά µας» ήταν οι αγαπημένες σειρές της εποχής. Τα παιδιά πάθαιναν εξάρτηση από την Μπονάτσα, τους Χαμένους στο Διάστημα, τη Μάχη, τον Ρομπέν των Δασών, την Ιπτάμενη Καλόγρια και άλλες που δεν θυμάμαι. Από όλες τις σειρές που βλέπαμε τότε εγώ προτιμούσα τον «Doctor Daktari» και τις διαφημίσεις. Και μια που λέω για διαφημίσεις άξιο λόγου το ότι όλοι είχαμε την ίδια θεία: Τη θεία Όλγα (Η θεία Όλγα, η θεία Όλγα ξέρει…).
Το παιχνίδι που ήταν στις δόξες του ήταν το «Τάκα Τάκα». Στα αγγλικά η ονομασία του ήταν Clackers. Ένα παιχνίδι απλό στη σύλληψη και την κατασκευή, αλλά εθιστικό. Ήταν η μεγάλη τρέλα της εποχής, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη, αλλά τελικά απαγορεύτηκε για λόγους διατάραξης κοινής ησυχίας αλλά και επικινδυνότητας, καθώς καταγράφονταν πολλοί τραυματισμοί και ατυχήματα. Αποτελείτο από δύο σκληρές πλαστικές μπάλες που κρέμονταν από έναν δακτύλιο. Ο χρήστης φορούσε τον δακτύλιο σαν δακτυλίδι στον δείκτη και με παλινδρομικές κινήσεις της παλάμης έκανε τις μπάλες να αλληλοσυγκρούονται και να εκτοξεύονται με δύναμη προς τα πάνω και προς τα κάτω. Ανάλογα με τη δεξιοτεχνία και την αντοχή, το παιχνίδι μπορούσε να διαρκέσει από δευτερόλεπτα μέχρι ώρες. Το δικό μου το σετ ήταν “αγορίστικο”, οι μπάλες ήταν βαρύτερες και μπλε, των αδερφών μου κόκκινες. Το πρόβλημα ήταν ότι όταν έχανα τον έλεγχό του, πράγμα πολύ συχνό, οι μπάλες μου χτυπούσαν τον καρπό. Η μανία μου για το συγκεκριμένο παιχνίδι κράτησε περίπου δέκα μέρες και μετά αφού βαρέθηκα να μετράω μελανιές στο χέρι μου, έπαψα να ασχολούμαι με αυτό και το χάρισα σε άλλο παιδί.
Παίζαμε και λάστιχο. Άλλη μεγάλη τρέλα!!! Καθαρά κοριτσίστικο παιχνίδι, αλλά συχνά τρύπωναν και τα αγόρια στην ομάδα μας. Δύο κορίτσια έβαζαν το λάστιχο στα πόδια τους ξεκινώντας από τον αστράγαλο και προχωρώντας μπορεί να έφτανε και πάνω από τη μέση! Το κορίτσι που έπαιζε έπρεπε να κάνει 4 κινήσεις πηδώντας, χωρίς να πατήσει το λάστιχο. Αν τα κατάφερνε το λάστιχο ανέβαινε μια θέση πιο πάνω (η σειρά ήταν: αστράγαλος, γόνατα, γοφοί, μέση) Αν το πατούσε έπαιρνε τη θέση ενός από τα δύο κορίτσια που είχαν το λάστιχο στα πόδια τους. Δεν μου άρεσε καθόλου να βρίσκομαι σε αυτή τη θέση. Από μέσα μου έλεγα το «Ήρθε μια γριά απ’ την πόλη κι έφερε το χάσει χάσει, Παναγίτσα μου να χάσει!» και κάποιες φορές έπιανε η ευχή!
Διαβάζαμε μανιωδώς «Μανίνα» και «Κατερίνα» που ήταν για τον κοριτσόκοσμο ότι ήταν «Μπλεκ» και «Αγόρι» για τα αγόρια. Κι όταν τελείωνε η «μελέτη» του περιοδικού σειρά είχαν τα σιδερότυπα με τα λογότυπα συγκροτημάτων, σειρών και τα κεφάλια πρωταγωνιστών και οι αφίσες, με τις οποίες γεμίζαμε τους τοίχους στα δωμάτιά μας. Αυτά τα δύο περιοδικά έμειναν στην καρδιά μας μαζί με τα καλοκαιρινά μεσημέρια της προεφηβικής ανεμελιάς.
Τις αναπολώ συχνά εκείνες τις μέρες των ένδοξων παιδικών χρόνων με το ατελείωτο παιχνίδι και τις άπειρες σκανταλιές… Αλλά ο χρόνος κυλάει σαν νερό και δεν γυρίζει ποτέ πίσω…
Αιμιλία Πανταζή
2.8.2022