Η Τρανή Αποκριά

Η καθαυτή αποκριά με τα πολλά έθιμα είναι η τελευταία Κυριακή της Τυροφάγου ή Τυρινή. Λέγεται και Τρανή αποκριά, γιατί κορυφώνονται τα φαγοπότια και τα γλέντια. Ο Γεώργιος Μέγας αναφέρει πως «όταν φθάσει η Κυριακή αυτή, εκτείνονται στο έπακρο η ευθυμία, οι αθυροστομίες των μεταμφιεσμένων και οι χοροί. Η ημέρα περνά με την κίνηση των μασκαράδων, με τις επισκέψεις και προπάντων με τα πλούσια φαγοπότια, με κύριο γνώρισμα τα γαλακτώδη εδέσματα. Βέβαια αυτή η εβδομάδα είναι ενδιάμεση κατάσταση μεταξύ κρεοφαγίας και νηστείας, για να προετοιμαστούν οι άνθρωποι σιγά – σιγά για τη νηστεία της Σαρακοστής». Δεν νοείται καλοπέραση και αποκριά χωρίς τα φαγοπότια: Είναι και αυτά ομοιοπαθητικές προσπάθειες για την ευφορία της γης, όπως αναφέρει ο λαογράφος Δημήτριος Λουκάτος. 

Τα τραγούδια περιπαιχτικά και για κάποιους άσεμνα. Όπως γράφει ο Λάμπρος Λιάβας Καθηγητής του Τομέα Εθνομουσικολογίας και Πολιτισμικής Ανθρωπολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, «Τα αποκριάτικα τραγούδια, και ιδιαίτερα τα άσεμνα, αντιπροσωπεύουν ένα ρεπερτόριο του οποίου η καταγραφή, μελέτη και ανάλυση παρέμεινε στο περιθώριο, σε σχέση με την έρευνα των υπόλοιπων κατηγοριών του ελληνικού δημοτικού τραγουδιού, εξαιτίας της ιδιαιτερότητας και της τολμηρότητας του περιεχομένου του, για τα μέτρα της αστικής ηθικής. Συνέβαινε και σε αρκετές περιπτώσεις συμβαίνει ακόμη σήμερα, σε κοινωνίες ιδιαίτερα κλειστές και συντηρητικές, μια φορά το χρόνο, να «ξεντροπιάζονταν» ακόμη και οι γυναίκες «Τις Μεγάλες Αποκριές, κουζουλαίνονται κι οι γριές» και μπορούσαν να τραγουδήσουν τραγούδια σατιρικά έως «άσεμνα», που αναφέρονται συχνά στο κάτω μέρος του σώματος και στις γενετήσιες και φυσικές λειτουργίες του. Και, παράλληλα, αυτή η «έκλυτη» γιορτή κορυφώνεται με τις τελετουργικές προσφορές προς τους νεκρούς («Ψυχοσάββατα» της Κρεατινής και της Τυρινής). Σίγουρα θα ήταν υποκριτικό αν όλα αυτά τα αντιμετωπίζαμε σαν απλές, μεμονωμένες, «γραφικές» πράξεις, γαργαλιστικά «καρυκεύματα» της αστικής μας σεμνοτυφίας. Επιβάλλεται να τα προσεγγίσουμε και να τα εξηγήσουμε ως αναπόσπαστα μέρη όλων εκείνων των συμβολικών πράξεων και τελετουργιών με τις οποίες ο ελληνικός λαός, ήδη από την αρχαιότητα, υποδεχόταν αυτή την κρίσιμη περίοδο του ετήσιου κύκλου που οροθετεί τη μετάβαση από το χειμώνα-θάνατο στην άνοιξη-ζωή. Σύμβολα που διατρέχουν τους αιώνες κι έχουν διατηρηθεί με θαυμαστή συνέχεια και συνοχή μέσα στο χρόνο. Μέσα απ’ αυτά ο Έλληνας εκφράζει την ελπίδα του για τη νέα περίοδο που αρχίζει, επικαλείται τη γονιμότητα και την καλή σοδειά, συμμετέχοντας στις βαθιές μεταβολές που συντελούνται αυτή την εποχή στη γη. Εφευρίσκει διαδικασίες «κοινωνικά αποδεκτές» που θα του επιτρέψουν να επικοινωνήσει με τον διπλανό του με διάθεση περιπαικτική κι ερωτική και να αναβαπτιστεί στην ίδια του τη φύση.

Η ποιητική και μουσική δομή των περισσότερων αποκριάτικων τραγουδιών παρουσιάζεται σχετικά απλή. Έχουν συνήθως έντονο το ρυθμικό στοιχείο, μέσα από απλά ρυθμικά σχήματα (συνήθως δίσημα ή επτάσημα), που συνδέονται με τον κυρίαρχο συλλαβικό χαρακτήρα της μελωδίας, δίνοντας προτεραιότητα σε μια ρυθμική «μελωδική απαγγελία» του κειμένου. Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον το γεγονός ότι πολλά από τα τραγούδια (κι αυτό είναι δείγμα της παλαιότητας αλλά και της ιδιαιτερότητας του συγκεκριμένου ρεπερτορίου) παρουσιάζουν στίχους οκτασύλλαβους, όχι ιαμβικούς αλλά κυρίως τροχαϊκούς. Ήδη κατά την αρχαιότητα ο Αριστοτέλης επεσήμαινε τον «διονυσιακό» χαρακτήρα αυτού του μέτρου, όταν τόνιζε «τν δ υθμν… τροχαος κορδακικώτερος» (Ρητορ. 3, 8), συνδέοντάς τoν με τον «κόρδακα», τον κατεξοχήν άσεμνο χορό της αρχαίας κωμωδίας. Τα αποκριάτικα τραγούδια, και κυρίως τα παλαιότερα από αυτά, τα «άσεμνα», τα τραγουδούσαν χωρίς τη συνοδεία μουσικών οργάνων, χωρισμένοι σε δυο ομάδες (όπως συμβαίνει ακόμη και σήμερα στον αποκριάτικο χορό γύρω από τη φωτιά στον Δρυμό Ελασσόνας), ή άρχιζε ένας σολίστας κι επαναλάμβαναν οι υπόλοιποι. Τα όργανα της στεριανής «κομπανίας» (κλαρίνο, βιολί, λαγούτο, τουμπελέκι) ή της νησιωτικής «ζυγιάς» (βιολί, λαγούτο) 

Μήπως, εξάλλου, αυτόν το χαρακτήρα «προσφώνησης» δεν έχει και η προστακτική παραίνεση «χορέψετε, χορέψετε» και «χαρείτε», που εξακολουθούν να μας απευθύνουν αυτά τα τραγούδια; Πρόσκληση και πρόκληση μαζί προς τον «σύγχρονο» άνθρωπο της μεγάλης πόλης, για επανασύνδεση με τα σύμβολα ης Μεγάλης Μητέρας-Θεάς της Γονιμότητας, για επιστροφή στη Μήτρα της Φύσης. Μέσα από την επαφή και την επικοινωνία στο πλαίσιο της ίδιας κοινωνικής ομάδας, που έχει συνείδηση των κοινών της δεσμών και στόχων. Μέσα από την ιεροτελεστία του γλεντιού, που αρνείται να υποβιβαστεί σε «διασκέδαση». Μέσα από μια συμβολική γλώσσα τόσο τολμηρή όσο και προαιώνια, γι’ αυτό και πανανθρώπινη και, εν τέλει, καθαγιασμένη».

Και ένα έθιμο της Τρανής αποκριάς. Το Χάσκαρι ή Χάψαρο ή Χάσκο.

Το βράδυ της Κυριακής της Τυρινής στην Ήπειρο και όχι μόνο, συνήθιζαν να παίζουν ένα παιχνίδι που το ονόμαζαν χάσκαρι. Στην άκρη μιας πιτόβεργας (βέργα για το άνοιγμα φύλλων) στερέωναν μια κλωστή. Έβραζαν αυγά, τα ξεφλούδιζαν και τα έδεναν στην κλωστή. Κουνώντας το ξύλο, ο παίχτης προσπαθούσε έχοντας τα χέρια του πίσω από την πλάτη του να πιάσει το αυγό με το στόμα προκαλώντας το γέλιο στους υπόλοιπους.

Το έθιμο αυτό σηματοδοτεί την έναρξη της σαρακοστής καθώς λέγεται πως «με αυγό κλείνει το στόμα το βράδυ της Αποκριάς, με αυγό ανοίγει το βράδυ της Ανάστασης»

Καλή Σαρακοστή!!!

25.2.2023