Παρακολουθώντας την παράσταση η γέννηση ενός φασίστα η απολογία του Θεόφιλου Τσάφου στον μικρό Κεραμεικό, τα συναισθήματα που γεννιούνται είναι ποικίλα. Ένα έργο αρκετά επίκαιρο, καθώς οι γυναικοκτονίες πολλαπλασιάζονται στις μέρες μας.
Η σκηνοθεσία της Γ.Κουνδουράκη σε ωθεί να αντιληφθείς άμεσα την συνθήκη που διαπραγματεύεται το έργο, καθώς από την πρώτη σκηνή βρισκόμαστε σε αίθουσα δικαστηρίου. Ο Ν.Πανόπουλος ενσαρκώνοντας με επιτυχία έναν ψυχασθενή δολοφόνο απευθύνεται στους θεατές ως κοινό δικαστηρίου, προσπαθώντας να υπερασπιστεί τον εαυτό του και να μπερδέψει το δικαστήριο επιστρατεύοντας ψυχική διαταραχή. Συγκλονιστική η ερμηνεία του καταφέρνοντας να ενσαρκώσει επιτυχώς έναν διαταραγμένο εγκληματία στο παραπάνω μονόδραμα. Πρόκειται για έναν φοιτητή της νομικής, ο οποίος σκότωσε και πέταξε από τον τρίτο όροφο ξενοδοχείου την σύντροφό του γυμνή μετά από ερωτική πράξη, βασισμένο σε αληθινά γεγονότα. Ένας άνθρωπος που έχει μελετήσει καλά τους νόμους, χρησιμοποιεί την γνώση του ώστε να μειώσει την τιμωρία του. Ο ίδιος προσπαθεί να μας πείσει ότι ήταν άνθρωπος των μυστικών υπηρεσιών, πράγμα που δεν επιβεβαιώνεται.
Τα λιτά σκηνικά τόσο όσο χρειάζεται, ώστε η προσοχή σου να είναι στραμμένη στην ουσία του έργου και όχι σε περίσσια αντικείμενα που πιθανόν αποσπούν τον νου. Σκηνή σε black box, έχοντας μόνο μία μικρή εξέδρα[έδρανο] δικαστηρίου, ένα σώμα κούκλας χωρίς πόδια ή κεφάλι, ένα μαύρο κουτί και ένα φέρετρο. Το έργο ξεκινά με καλλίτεχνο τρόπο, χρησιμοποιώντας την χρήση green screen πίσω από τον ηθοποιό σε ασπρόμαυρο φόντο δείχνοντας φιγούρες από την άτυχη κοπέλα, αλλά και τον ίδιο.
Ο Ν.Κούνδουρος, παρατηρώντας την μεγάλη διάσταση που πήρε το ζήτημα, ως πολιτικός μετανάστης στο Λονδίνο αποφασίζει να γράψει για τα παραπάνω. Καταφέρνει να επιτυχία να μας περιγράψει την ψυχολογική κατάσταση του δολοφόνου, εισχωρώντας στον εσωτερικό του κόσμο μέσω λεπτομερούς περιγραφής. Οι εκφράσεις του ηθοποιού απογειώνονται με την χρήση φωτισμού, σε κόκκινες αποχρώσεις, ολοκληρώνοντας την δυναμική του έργου.
Παρακολουθώντας την παράσταση δημιουργείται ένα φοβερό αίσθημα θυμού, βλέποντας τον ήρωα να εξιστορεί λεπτομέρειες για την δολοφονία και εκεί οφείλεται η επιτυχία του έργου. Σε γενικές γραμμές η ερμηνεία ήταν αποδοτική, με μια μικρή εξαίρεση σε κάποια σημεία, όπου υπήρχε μικρή δόση υπερβολής δακρύων και φωνών σαν να μην απορρέουν τόσο από φυσικότητα. Είναι άραγε ένα καλό ερέθισμα ώστε να προβληματιστούμε κοινωνικά και να είμαστε πιο προσεκτικοί στις επαφές μας;
Γράφει η θεατρολόγος Σοφία Σταθάτου