Χαιρετισμός Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κυριάκου Πιερρακάκη στο 2ο Διεθνές Συνέδριο ΤΜΕΔΕ «Redefining the future horizons»
Είναι ιδιαίτερη η χαρά που βρίσκομαι σήμερα μαζί σας.
Να ξεκινήσω λέγοντας ότι μου αρέσει πάρα πολύ ο τίτλος του συνεδρίου το «Redefining the Future», επαναπροσδιορίζοντας το μέλλον». Μια καλή αφορμή για να λάβουμε υπ’ όψιν μας ότι η οικοδόμηση είτε μιλάμε κυριολεκτικά είτε μιλάμε μεταφορικά για το μέλλον, ταυτοχρόνως είναι τέχνη, επιστήμη, καινοτομία, πίστη και πάθος. Εγώ θα πω ότι είναι πολιτική, γιατί πολιτική σε μια δημοκρατία δεν ασκούν μόνο όσοι έχουν θεσμικές θέσεις και θεσμικά αξιώματα. Στην πραγματικότητα ασκούμε όλοι και όλοι κάνουμε τη διαφορά.
Με καλέσατε να μιλήσω για την ελληνική οικονομία, τι έχουμε πετύχει, ποιες είναι οι διαδικασίες αλλαγής στις οποίες βρισκόμαστε και προς τα πού θέλουμε να πάμε. Θα προσπαθήσω να το κωδικοποιήσω στεκόμενος περισσότερο στα εξής:
Νομίζω ότι είναι κεκτημένο, τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα έχουμε πετύχει μια πολύ μεγάλη οικονομική αλλαγή, έναν πολύ μεγάλο οικονομικό μετασχηματισμό. Αναφερθήκατε στο κομμάτι το οποίο αφορά τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Εγώ θα σας πω ότι 10 χρόνια πίσω, θυμόμαστε όλοι, η Ελλάδα ήταν έτοιμη να βγει από το ευρώ.
Αυτή τη στιγμή έχουμε μια από τις καλύτερες δημοσιονομικές επιδόσεις στην Ευρώπη. Καταφέραμε, δηλαδή, τα πρωτοσέλιδα της τότε εποχής να τα αντιστρέψουμε πλήρως είτε μιλάμε για τη φοροδιαφυγή, είτε μιλάμε για τα ελλείμματα εκείνης της εποχής, το χρέος το οποίο μεγάλωνε.
Αυτή τη στιγμή έχουμε ένα χρέος το οποίο αποκλιμακώνεται με τρομερά μεγάλη ταχύτητα. Λίγο μετά το COVID-19 είχαμε φτάσει κοντά στο 210% του ΑΕΠ στο χρέος μας. Αυτή τη στιγμή η πρόβλεψη είναι ότι μέχρι το τέλος της δεκαετίας θα είμαστε κάτω από το 120%. Η πρόβλεψη για τον προϋπολογισμό του 2026 είναι για 138,2%.
Ο στόχος μας είναι πολύ σύντομα να μην είμαστε η πιο χρεωμένη, η πιο υπερχρεωμένη χώρα με όρους χρέους προς ΑΕΠ στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Και αυτός είναι ένας απολύτως εφικτός στόχος και εγώ θα σας πω ότι είναι και ένας βαθιά κοινωνικός και πολιτικός στόχος. Θεμελιώνει την πεποίθηση ότι δεν πρέπει να περάσεις τον λογαριασμό στην επόμενη γενιά, όπως είχε συμβεί με όλες τις προηγούμενες στο παρελθόν και φτάσαμε σε αυτό το σημείο.
Ταυτοχρόνως, η Ελλάδα παράγει πλέον πρωτογενή πλεονάσματα, παράγει καθαρά πλεονάσματα. Έχουμε ρυθμό ανάπτυξης ο οποίος είναι μεγαλύτερος από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Η πρόβλεψη πάλι του προϋπολογισμού είναι 2,4%, με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο να κινείται κοντά στην περίμετρο του 1%. Άρα, έχουμε πετύχει μία δημοσιονομική εξισορρόπηση.
Ταυτοχρόνως έχουμε πετύχει μια πολύ μεγάλη ψηφιακή αλλαγή. Η μία αλληλοεπιδρά με την άλλη. Γιατί όταν μιλάμε για τη φοροδιαφυγή, ένα μεγάλο κομμάτι είχε να κάνει με τη δημιουργία της ΑΑΔΕ και τη θεσμική θωράκιση του μηχανισμού είσπραξης φόρων, αλλά από την άλλη είχε να κάνει με τα μέσα τα οποία χρησιμοποιείς για να μπορέσεις να συλλέξεις τους φόρους αυτούς. Η τεχνολογία εδώ παίζει έναν κεφαλαιώδη, έναν πολύ μεγάλο ρόλο.
Εγώ θα σας έλεγα, όμως, ότι είμαστε και σε μια πολύ μεγάλη μεταρρυθμιστική πορεία που έχει δημιουργήσει αυτόν τον ενάρετο κύκλο. Θα το έβαζα σαν ένα τρίγωνο, το οποίο περιλαμβάνει στη μία του άκρη αυτή τη δημοσιονομική εξυγίανση, στην άλλη ένα τραπεζικό σύστημα το οποίο επίσης εξυγιαίνεται. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια θυμόμαστε πόσα ήταν πριν από κάποια χρόνια και σήμερα έχουν πέσει κάτω από το 5% και πέφτουν διαρκώς.
Και τρίτον μεταρρυθμίσεις. Πάνω από 100 μεταρρυθμίσεις έχουν γίνει τα τελευταία έξι χρόνια. Ανέφερα τον ψηφιακό μετασχηματισμό που είναι ένας οριζόντιος καταλύτης πολλών άλλων, αλλά θα σας έλεγα σε κάθε τομέα πολιτικής. Και το βάζω αυτό γιατί στην πραγματικότητα αυτή είναι η πηγή της ανάπτυξης για να μπορέσεις να στήσεις μια χώρα όρθια, να την κάνεις να σταθεί όρθια. Είτε μιλάμε για την Παιδεία, είτε για την Υγεία, είτε μιλάμε για το σύνολο των δραστηριοτήτων του κράτους είτε μιλάμε για τις Υποδομές. Γιατί είναι δεδομένο ότι οι υποδομές στην οικονομία έχουν ένα πολύ μεγάλο πολλαπλασιαστή και αναπτυξιακό και επενδυτικό και περιφερειακό.
Συνεπώς, είμαστε σε μια θετική διαδρομή. Θυμάμαι χαρακτηριστικά τα δημοσιεύματα της προ κρίσης εποχής που μίλαγαν για το οικονομικό μοντέλο της Ελλάδας που είχε αποτύχει, που μας ώθησε στην κρίση. Το χρέος ήταν ένα κομμάτι αυτής της εξίσωσης. Το ερώτημα είναι πώς παρήχθη το χρέος αυτό.
Πολύ χαρακτηριστικά. Βασικές μελέτες εκείνης της εποχής έλεγαν ότι έχουμε μια οικονομία πάρα πολύ εσωστρεφή και βασισμένη στην κατανάλωση. Δεν εξάγουμε, δεν έχουμε επαρκείς επενδύσεις. Τώρα μιλάμε με όρους 2008-2009. Η αλλαγή και εκεί, πλέον συντελείται. Δεν έχει ολοκληρωθεί, αλλά συντελείται.
Θα αναφέρω δύο παραδείγματα. Το πρώτο παράδειγμα είναι ο όρος επενδύσεις προς ΑΕΠ, πού είναι οι επενδύσεις στην Ελλάδα σήμερα και πού ήταν το 2019 όταν παραλάβαμε. Το 2019 ήταν στο 11%. Σήμερα είναι στο 17,7% με βάση την πρόβλεψη της επόμενης χρονιάς. Ο ευρωπαϊκός μέσος όρος, όμως, είναι 21%. Συνεπώς είμαστε σε μια διαδρομή αλλαγής, η οποία ακόμη δεν έχει πλήρως ολοκληρωθεί.
Δεύτερον, εξαγωγές προς ΑΕΠ ήμασταν στο 20% πριν από την κρίση, το 2008. Τώρα το έχουμε διπλασιάσει αυτό, είμαστε στο 42% και εκεί ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι κάπου στο 51%. Άρα, νομίζω ότι εκεί είναι που θεμελιώνεται και ο στόχος. Ο στόχος μας είναι να φέρουμε ολοένα και περισσότερες επενδύσεις.
Τα τελευταία χρόνια είχαμε πάρα πολλά έργα και στο χώρο των υποδομών, ο οποίος σας ενδιαφέρει πολύ, έργα τα οποία τα συζητάγαμε πάρα πολλά χρόνια και διαρκώς καθυστερούσαν, είτε είναι η εθνική οδός Πάτρα – Πύργος, είτε είναι το μετρό της Θεσσαλονίκης, είτε πολλά άλλα. Όλα αυτά συνέβησαν και λόγω των κονδυλίων που εισέρρευσαν. Και έχει γεννηθεί το τελευταίο διάστημα ειδικά, εγώ θα σας έλεγα, και μια συζήτηση μετά το Ταμείο Ανάκαμψης τι;
Γιατί αν δει κανείς τα νούμερα πράγματι το Ταμείο Ανάκαμψης έχει παίξει έναν καταλυτικό ρόλο για να μπορέσουμε να υπερκεράσουμε την αρνητική επίδραση της πανδημίας του COVID-19, έχει παίξει έναν καταλυτικό ρόλο για να μπορέσουμε να χρηματοδοτήσουμε όλα εκείνα τα έργα τα οποία θέλαμε να χρηματοδοτήσουμε εδώ και χρόνια στην Ελλάδα, είτε ήταν ψηφιακά είτε ήταν στον κλασικό χώρο των υποδομών και δεν είχαμε πολύ απλά τα κονδύλια. Θυμάμαι να είμαι Υπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης το 2019 με το που είχα αναλάβει να φτιάχνουμε ένα κείμενο στρατηγικής που λεγόταν «Ψηφιακή Βίβλος», να αποτυπώνουμε όλα τα έργα τα οποία χρειαζόμασταν και όταν τα αποτυπώσαμε με τους συνεργάτες μου, πριν έρθει το Ταμείο Ανάκαμψης, καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι έχουμε στη διάθεσή μας χρήματα για να καλύψουμε μόνο ένα 20% της στρατηγικής. Δεν είχαμε, δηλαδή, τα χρήματα για να υλοποιήσουμε το κείμενο το οποίο εμείς οι ίδιοι είχαμε καταρτήσει πριν έρθει το Τμήμα Ανάκαμψης.
Ήρθε το Ταμείο Ανάκαμψης, καταφέραμε να υπερκαλύψουμε την περίμετρο του αναγκαίου, μπήκαμε και στη σφαίρα του επιθυμητού με τα χρήματα που είχαμε.
Και αυτή τη στιγμή που το Ταμείο Ανάκαμψης ολοκληρώνεται, τίθεται το ερώτημα: πώς θα έχουμε αναπτυξιακό καταλύτη; Εγώ, λοιπόν, εδώ θέλω να τονίσω τα εξής και να το πω λίγο σχηματικά.
Τα χρήματα δεν υπάρχουν – για να θυμηθούμε μια φράση της προηγούμενης δεκαετίας – τα χρήματα γεννώνται. Η ανάπτυξη γεννιέται, τη γεννάς μέσα από την πολιτική σου, μέσα από το να απελευθερώνεις ανάπτυξη, μέσα από το να κάνεις σωστές στρατηγικές, να έχουν πολλαπλασιαστές τα πράγματα τα οποία επιλέγεις να κάνεις και οι στόχοι στους οποίους επιλέγεις να επενδύσεις, και να μοχλεύεις και την ευρύτερη ευρωπαϊκή εικόνα. Κονδύλια θα έρθουν στη χώρα μέσα από τα προγράμματα της επόμενης περίοδου.
Δεύτερον, τα έργα του Ταμείου Ανάκαμψης έχουν την ιδιαιτερότητα ότι δεν είναι απλώς χρήματα τα οποία ήρθαν στην οικονομία χωρίς να έχουν διαρκή επίδραση. Υπήρχε μια αρχιτεκτονική ιδιαιτερότητα στο Ταμείο Ανάκαμψης, η οποία θα μείνει τώρα πλέον σε όλα τα επόμενα ΕΣΠΑ, να το πω έτσι.
Ζητούσε για κάθε ευρώ που επενδυόταν στη χώρα αυτό να συνδυάζεται με μία μεταρρύθμιση. Και με ένα ευρύτερο σχέδιο. Δηλαδή, μην βάλεις απλώς χρήματα εκεί. Εξηγησέ μου αυτά τα χρήματα, σε ποιο ευρύτερο παζλ τοποθετούνται και τι είδους επίδραση περιμένεις να έχουν στην οικονομία σου. Το πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα όλων αυτών των έργων θα είναι πάρα πολύ μεγάλο και πολύ πιο διαρκές από το χρονοδιάγραμμα του 2026-2027. Αλλά εδώ, επίσης, να πω ότι παίζει πάρα πολύ μεγάλο ρόλο το τι κάνει η κάθε κυβέρνηση και το τι κάνει κάθε αρχιτέκτονας της στρατηγικής, της οικονομικής πολιτικής της χώρας, ευρύτερα, κάθε ομάδα που διαχειρίζεται. Να σας πω ένα παράδειγμα. Τα μέτρα της Θεσσαλονίκης, τα οποία ανακοίνωσε ο Πρωθυπουργός, το κομμάτι το οποίο αφορούσε στην μεταρρύθμιση φορολογικού συστήματος με έμφαση στο Δημογραφικό. Βασικά, η μεγαλύτερη φοροαπαλλαγή σε όρους άμεσων φόρων που έχει γίνει ποτέ στην Ελλάδα.
Πριν κάνουμε αυτό το μέτρο, η πρόβλεψη για την ανάπτυξη του 2026 ήταν 1,8%.
Με το που περάσαμε τα μέτρα αυτά ως νόμο από το Ελληνικό Κοινοβούλιο, αμέσως η πρόβλεψη πήγε στο 2,4%. Συν 0,6%, δηλαδή.
Αυτό το βάζω σαν πρώτο παράδειγμα. Το δεύτερο παράδειγμα το οποίο θα βάλω είναι μια μελέτη της Deloitte η οποία μου είχε δοθεί όταν ήμουν Υπουργός Παιδείας, η οποία έλεγε ότι η στρατηγική που αφορά από τη μία τη διεθνοποίηση των δημοσίων πανεπιστημίων και από την άλλη το γεγονός ότι η Ελλάδα θα αποκτήσει μη κρατικά πανεπιστήμια, σε σχέση με το πόσους ξένους φοιτητές μπορούμε να φέρουμε στην Ελλάδα και το αποτύπωμά τους, θα δώσει 1% του ΑΕΠ σε βάθος πενταετίας, σε ετήσια βάση.
Το αναφέρω αυτό ως παράδειγμα τρόπου σκέψης, του πως πρέπει να γεννήσει η οικονομία ανάπτυξη, μοχλεύοντας όλα τα διαθέσιμα κονδύλια και κυρίως διεκδικώντας να γίνουν ακόμη περισσότερες διασυνοριακές συγχωνεύσεις και εξαγορές στην οικονομία. Τί εννοώ σε σχέση με αυτό;
Αυτή τη στιγμή στην Ευρώπη, η πολύ μεγάλη συζήτηση η οποία υπάρχει έχει να κάνει με την έκθεση Ντράγκι και την έκθεση Λέτα, αλλά κυρίως η έκθεση Ντράγκι τι λέει; Ότι δεν έχουμε μοχλεύσει τις δυνατότητες της ενιαίας αγοράς. Κάναμε μια συζήτηση με τις ΗΠΑ που αφορούσε στους δασμούς που μπορούν να μπουν σε προϊόντα και καταλήγει ο Μάριο Ντράγκι, αξιοποιώντας, μάλιστα, και κάποια νούμερα, κάποιους υπολογισμούς του ΔΝΤ, ότι στην πραγματικότητα τα κράτη-μέλη της ΕΕ είναι σαν να έχουν δασμούς μεταξύ τους, αόρατους. Εμπόδια γραφειοκρατίας που δεν επιτρέπουν σε μια ελληνική επιχείρηση να πάει στην Ιταλία, για παράδειγμα, και να κάνει κάτι που κάνει το ίδιο εύκολα στην Ελλάδα. 110% δασμός είναι το ισοδύναμο που υπάρχει στις υπηρεσίες, 44% στη μεταποίηση, καταλήγει το ΔΝΤ.
Η σύλληψη εδώ ποια είναι; Aς αφαιρέσουμε τα εμπόδια για να μοχλεύσουμε τις δυνατότητες της ενιαίας αγοράς. Άρα ας γεννήσουμε κλίμακα, άρα ας δημιουργήσουμε Ευρωπαίους πρωταθλητές στην Ευρωπαϊκή οικονομία που να μπορούν να ανταγωνιστούν διεθνώς, το λέω σχηματικά. Τι σημαίνει αυτό; Nα πάρουμε ως παράδειγμα το τι κάναμε εμείς.
Ήρθε πρόσφατα η Euronext, έκανε μια πρόταση και θα εξαγοράσει το χρηματιστήριο Αθηνών. Η Euronext είχε ήδη παρουσία σε 7 χώρες. Η Ελλάδα, η Αθήνα γίνεται η όγδοη. Και μπαίνουμε σε ένα ευρύτερο περιβάλλον ρευστότητας, ευρωπαϊκό, που περιλαμβάνει πρωτεύουσες όπως το Παρίσι, το Όσλο, το Άμστερνταμ. Δηλαδή, οι εισηγμένες εταιρείες στο δικό μας χρηματιστήριο στην πραγματικότητα θα είναι εισηγμένες σε ένα δίκτυο που ταυτόχρονα θα βλέπει κανείς όλες αυτές τις πόλεις. Όλες αυτές τις χώρες. Αυτή είναι σε μεγάλο βαθμό η έννοια της Ένωσης Αποταμιεύσεων και Επενδύσεων, της Ένωσης Κεφαλαιαγορών, όπως λέγαμε παλιότερα, να γεννήσεις ρευστότητα και δυνατότητες χρηματοδότησης στην οικονομία σου πολύ μεγαλύτερες και πολύ καλύτερες. Ένα άλλο τέτοιο κομμάτι είναι να θέλεις να έχεις διασυνοριακές επενδύσεις στις τράπεζές σου. Όπως το έχουμε κάνει ήδη. Και έχουμε δεχτεί επενδυτές και στις ελληνικές τράπεζες και δικές μας τράπεζες εξαγοράζουν τράπεζες στο εξωτερικό και επενδύουν στην Ευρώπη. Συμβαίνουν και τα δυο. Όλα αυτά μαζί είναι γεννήτριες ανάπτυξης.
Άρα, για να καταλήξω. Ο στόχος μας είναι να συνεχίσουμε να αλλάζουμε το παραγωγικό μοντέλο της χώρας και της οικονομίας με εξωστρέφεια, και κυρίως με αλλαγή νοοτροπίας. Να συνεχίσουμε να μοχλεύουμε κάθε ευρώ που μπαίνει στην οικονομία μας μέσα από τα διαθέσιμα κονδύλια με αντίστοιχη λογική με εκείνη του Ταμείου Ανάκαμψης. Να ενώνεις, να συνδέεις κάθε ευρώ με μεταρρυθμιστικούς πολλαπλασιαστές που αφήνουν το καλύτερο δυνατό αποτύπωμα στην οικονομία, όχι στο εδώ και στο τώρα μόνο, αλλά μεσοπρόθεσμα. Και τρίτον, να διεκδικήσουμε ένα «boom», μια πολύ μεγάλη άνοδο στις επενδύσεις που θα φέρουμε στη χώρα τα επόμενα χρόνια. Και όσο αφαιρούμε εμπόδια από την ελληνική οικονομία, όσο υπάρχει πολιτική σταθερότητα, όσο υπάρχει οικονομική σταθερότητα, όσο τα πράγματα βελτιώνονται, είσαι σε έναν ενάρετο κύκλο για να μπορέσεις να φέρεις και άλλες επενδύσεις.
Κι αυτό είναι πολύ πιο σταθερό και πολύ πιο πλήρες ως μοντέλο αναπτυξιακής πορείας για μια χώρα και μια οικονομία από οτιδήποτε άλλο είχαμε στο παρελθόν ως εναλλακτική. Η διαφοροποίηση σε σχέση με το παρελθόν είναι ότι τώρα αποδεικνύουμε και στους εαυτούς μας και διεθνώς, ότι είμαστε σε θέση όλα αυτά να τα κατακτήσουμε και όλα αυτά τα λέω, χωρίς καμία διάθεση να ωραιοποιήσω την εικόνα. Με ποια έννοια; Είναι σαφέστατο ότι ακόμη υπάρχουν πολίτες που δοκιμάζονται, στοιχήματα που δεν έχουν κερδηθεί.
Οι οικογένειες πρέπει να στηριχθούν, οι επιχειρήσεις πρέπει να στηριχθούν. Αλλά, ταυτόχρονα, η αλλαγή είναι πάρα πολύ μεγάλη σε σχέση με το τι προηγήθηκε πριν από πέντε και έξι χρόνια πριν. Άρα, πρέπει να συνεχίσουμε να χτίζουμε. Να συνεχίσουμε να είμαστε σε αυτή την πορεία και πιστέψτε με θα τα καταφέρουμε να πετύχουμε πολύ καλύτερα πράγματα από ό,τι έχουμε κατακτήσει μέχρι σήμερα.
Σας ευχαριστώ πάρα πολύ.
10.12.2025






