Η Υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη συμμετείχε στις εργασίες της Ημερίδας «Η Αναπτυξιακή Δυναμική της Ελληνικής Χειροτεχνίας: Παρελθόν, Παρόν και Μέλλον», που πραγματοποιήθηκε στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ιωαννίνων, στο πλαίσιο του έργου του Υπουργείου Πολιτισμού «Δράσεις προετοιμασίας εφαρμογής Πρότυπης Στρατηγικής Ανασύστασης, Ανάπτυξης και Επαναπροσδιορισμού της Ελληνικής Χειροτεχνίας», σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.
Στην ομιλία της, η Υπουργός ανέφερε: «Στις προγραμματικές δηλώσεις του 2019 είχαμε δεσμευθεί ότι θα ενισχύσουμε και θα ενδυναμώσουμε την ανάδειξη της άυλης πολιτιστικής μας κληρονομιάς, τόσο θεσμικά, αλλά και σε στενή συνεργασία με τις τοπικές κοινωνίες, οι οποίες αποτελούν τους φυσικούς φορείς προστασίας και ανάδειξής της. Η άυλη κληρονομιά δεν είναι μια αφηρημένη έννοια. Συμπυκνώνει ταυτότητα, παραδόσεις, αξίες και βιώματα που συνθέτουν την πολιτισμική μας ταυτότητα. Από το 2019, ενισχύουμε σταθερά τον Εθνικό Κατάλογο της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς και επιδιώκουμε μεθοδικά και συστηματικά εγγραφές στον Παγκόσμιο Κατάλογο της UNESCO. Το 2022, θεσμοθετήσαμε νέο ενισχυμένο πλαίσιο. Δημιουργήσαμε το Κεντρικό Συμβούλιο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς, αντίστοιχο του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου, προκειμένου η άυλη κληρονομιά να αποκτήσει τη θεσμική θωράκιση, που απαιτείται. Μέσα από αυτή τη διαδρομή, οδηγηθήκαμε στη χειροτεχνία, καθώς συνδέεται άμεσα με την άυλη παράδοσή μας. Δεν αντιμετωπίζουμε τη χειροτεχνία ως μουσειακό είδος, ως κατάλοιπο των παραδόσεών μας, αλλά ως ζωντανή δημιουργική δύναμη, ικανή να ενισχύσει τις τοπικές κοινωνίες και να αποτελέσει αναπτυξιακό μοχλό. Η τεχνολογία και η τεχνητή νοημοσύνη δεν έρχονται να ανταγωνιστούν τις παραδοσιακές τέχνες. Μπορούν να λειτουργήσουν ως εργαλεία ενίσχυσής τους και έτσι πρέπει να τις χρησιμοποιήσουμε.
Η συνεργασία μας με τα τρία ακαδημαϊκά ιδρύματα -τα Πανεπιστήμια Θεσσαλίας, Δυτικής Αττικής και Δυτικής Μακεδονίας- υπήρξε καθοριστική για τη δημιουργία του πιλοτικού προγράμματος, το οποίο χρηματοδοτήθηκε από πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης. Σήμερα, δεν αρκεί κάποιος να είναι μόνο άριστος τεχνίτης, αλλά εμπειρικός. Απαιτείται και η επιστημονική γνώση. Η πανεπιστημιακή συμμετοχή δίνει στις παραδοσιακές τέχνες κύρος, τεκμηρίωση και διάρκεια.
Η ενίσχυση των τοπικών κοινωνιών συμβάλλει στην αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος, που βιώνει έντονα η Ήπειρος. Νέοι άνθρωποι –γυναίκες και άνδρες– μπορούν να μείνουν στον τόπο τους, να δημιουργήσουν τις οικογένειές τους και να στηριχθούν αξιοπρεπώς από την τέχνη τους. Η χειροτεχνία είναι επάγγελμα, δημιουργική απασχόληση και ταυτόχρονα μέσο οικονομικής αυτοτέλειας.
Για να προχωρήσει η προσπάθεια χρειάζεται συνεργασία. Το Υπουργείο Πολιτισμού ξεπέρασε πολλές φορές τα όρια των αρμοδιοτήτων του για να στηρίξει το πρόγραμμα. Με τις Περιφέρειες είμαι βέβαιη ότι θα βρούμε τον δρόμο, ώστε να διασφαλίσουμε τη συνέχειά του. Με την ολοκλήρωση της πιλοτικής φάσης, πρέπει να ενσωματώσουμε την εμπειρία στο Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο για την Ανασύσταση και Ανάπτυξη της Ελληνικής Χειροτεχνίας, το οποίο να θέσουμε σε διαβούλευση και να προχωρήσουμε, με διυπουργική συνεργασία, στη θεσμοθέτηση της επόμενης φάσης. Θέλουμε να προχωρήσει το πρόγραμμα, έχουμε τη βούληση και πρέπει να βρούμε τον τρόπο να δώσουμε στους χειροτέχνες τα εργαλεία που χρειάζονται».
Κατά τη διάρκεια της Ημερίδας παρουσιάστηκαν το Στρατηγικό Σχέδιο για την Ανασύσταση και Ανάπτυξη της Ελληνικής Χειροτεχνίας, το Πιλοτικό Εκπαιδευτικό Πρόγραμμα των Κ.Ε.ΔΙ.ΒΙ.Μ. των τριών Πανεπιστημίων για την ανάπτυξη δεξιοτήτων σχετικών με τη χειροτεχνία, καθώς και η διαχρονική αναπτυξιακή δυναμική της χειροτεχνίας και ο ρόλος της στη σύγχρονη δημιουργική οικονομία.
Στην ημερίδα παραβρέθηκαν ο Πρωτοσύγκελος της Μητροπόλεως Ιωαννίνων π. Θωμάς Ανδρέου, ως εκπρόσωπος του Μητροπολίτη, ο Περιφερειάρχης Ηπείρου Αλέξανδρος Καχριμάνης, η Δήμαρχος Μετσόβου Μαρία–Χριστίνα Αβέρωφ, ο αντιδήμαρχος Πολιτισμού Δήμου Ιωαννιτών Μηνάς Πασχόπουλος, ο Αντιπρύτανης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Ξενοφών Μπήτσικας, η Έλενα Αβέρωφ, αντιπρόεδρος του Ιδρύματος ΕΓΝΑΤΙΑ ΗΠΕΙΡΟΥ και πρώην Πρόεδρος του World Crafts Council, η Μαρία Αναξαγόρα, προϊσταμένη της Υπηρεσίας Κυπριακής Χειροτεχνίας του Υφυπουργείου Πολιτισμού της Κύπρου, η Νέλλη Τζιμογιάννη, ειδική Γραμματέας του Δ.Σ. του Μεκείου Οικοτροφείου Ιωαννίνων, πανεπιστημιακοί, εκπαιδευτές και εκπαιδευόμενοι.
Στη συνέχεια, η Λίνα Μενδώνη επισκέφθηκε τη Δομή Κατάρτισης Υφαντικής, που φιλοξενείται στο Μέκειο Οικοτροφείο Ιωαννίνων, όπου συνομίλησε με εκπαιδευτές και εκπαιδευόμενους, είδε τα έργα τους και ενημερώθηκε για την πορεία των μαθημάτων και των εργαστηρίων. Ξεχωριστή στιγμή ήταν η αναπαράσταση του μύθου της Αράχνης από τους μαθητές της Γ’ Δημοτικού του Αρσακείου Σχολείου Ιωαννίνων.
Ολοκληρώνεται το Τζαμί της Καλούτσιανης
Η Λίνα Μενδώνη, συνοδευόμενη από τον Περιφερειάρχη Ηπείρου Αλέξανδρο Καχριμάνη, επισκέφθηκε και το εργοτάξιο στο Τζαμί της Καλούτσιανης. Το έργο, προϋπολογισμού 2.200.000 ευρώ, υλοποιείται από τη Διεύθυνση Αναστήλωσης Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων του Υπουργείου Πολιτισμού, με πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης. Περιλαμβάνει την αποκατάσταση του μνημείου στην αρχική του μορφή, καθώς και τη συντήρηση των τοιχογραφιών, των ξύλινων και των γύψινων στοιχείων.
Όπως δήλωσε η Υπουργός Πολιτισμού: «Εδώ και πολλά χρόνια, η συνεργασία του Υπουργείου Πολιτισμού με την Περιφέρεια Ηπείρου, και προσωπικά με τον Περιφερειάρχη, είναι εξαιρετική και αποδίδει απτά αποτελέσματα. Πολλά μνημεία, σε όλη την Ήπειρο, έχουν αποκατασταθεί, αποκαθίστανται και αποδίδονται στην τοπική κοινωνία χάρη στην ανάπτυξη συνεργειών ανάμεσα στην Περιφέρεια και το Υπουργείο Πολιτισμού. Η εξέλιξη του έργου αποκατάστασης στο Τζαμί της Καλούτσιανης είναι εντυπωσιακή. Το έργο ολοκληρώνεται εμπρόθεσμα, σύμφωνα με τα χρονοδιαγράμματα, που έχει θέσει το χρηματοδοτικό πρόγραμμα του ΤΑΑ, και ολοκληρώνεται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Σήμερα, βλέπουμε το μνημείο σχεδόν ολοκληρωμένο. Το έργο ολοκληρώνεται και αποδίδεται στην τοπική κοινωνία. Αυτό που θέλω να πω, και ισχύει για όλα τα έργα που γίνονται μέσα στον αστικό ιστό των πόλεων, είναι ότι η ίδια η γειτονιά, η πόλη, οι δημότες -οι οποίοι συχνά ταλαιπωρούνται, όταν από ένα μνημείο της γειτονιάς τους δεν είναι στην καλύτερη δυνατή κατάσταση διατήρησης- έχουν το δικαίωμα να το απολαύσουν αποκατεστημένο. Η περιοχή αποκτά αυτομάτως προστιθέμενη αξία. Και αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό, γιατί η επιμονή των κατοίκων στην αποκατάσταση του συγκεκριμένου μνημείου δείχνει ότι το αγαπούν, ότι έχουν μια ιδιαίτερη σχέση μαζί. Και όταν ένα μνημείο το αγαπούν οι γείτονες, είναι βέβαιο ότι προστατεύεται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο».
15.11.2025






