Εδώ που κάθομαι στο γραφείο και χαζεύω στο διαδίκτυο πολλά , για τους πατεράδες και για τους μπαμπάδες, απέναντι στη βιβλιοθήκη, στέκεσαι και με κοιτάς….
Το κομπολόι στο χέρι , το θυμάμαι και στη φωτογραφία ,δε φαίνεται το άσπρο χοντρό φλυτζανάκι με τον σκέτο καφέ ,που έγινε σε μπακιρένιο μπρίκι..
Πάνε πολλά χρόνια από το ’98 που έφυγες εξήντα οκτώ χρονών ,μετά απο ενάμιση χρόνο αρρώστιας και δίχως να σκύψεις το κεφάλι και να μουρμουρίσεις παράπονο…
Μέχρι και πριν το τέλος καθ΄οδόν προς Θεσσαλονίκη για τις θεραπείες , μισό τσιγάρο άναβες και μετά μια καραμέλα κεράσι έβαζες στο στόμα για να μην ανάψεις άλλο…
Τις κουνούσες στο κουτάκι και γύριζες πίσω που καθόμουν και ρωτούσες,, ” θες καμμιά ;; “
Δεν ήθελα,,,
Είχα πίκρα που δε θάξερα για πόσο ακόμη θα ζούσες…..
Τελευταίες ώρες πια, ” σφίξ΄τα δόντιᨔ σε είπα..
Μόν΄τα φρύδια σήκωσες για να πεις ,….. “δε μπορώ άλλο” …
Όλο κι έρχονται στο στόμα τα λόγια , οι παροιμίες και η πραγματική σου ματιά σε όλα ,που μας κρύωναν στην αρχή , μας έβγαζαν απ το συννεφάκι και μετά εμπεδώναμε την αλήθεια που πήγαζε απο τις ζωής σου τις τζουγκρανιές ,απ τα μικρά ακόμα χρόνια ,παιδί της κατοχής , αγωνιστής καπνεργάτης , τσαγκάρης και εργάτης μετά…
Η ζωή σταυροπόδι και εσύ ιδρωμένος….
Δε πίστευες για τα μετά θάνατο…
Τα κορόιδευες ….
Ένας μπαμπάς που έκαμνε αυτό που μπορούσε,,, πάντα…….
Δήμητρα Καρακατσάνη
15.6.2025