Οι μεγάλες πόλεις θα πληγούν ιδιαίτερα αν η άνοδος της παγκόσμιας θερμοκρασίας φτάσει τους 3° Κελσίου

Καύσωνες μεγαλύτερης διάρκειας και συχνότητας, έκρηξη της ζήτησης για κλιματισμό και ακόμη πιο απειλητικοί ιοί: οι μεγάλες πόλεις σε όλο τον κόσμο και οι δισεκατομμύρια κάτοικοί τους θα αντιμετωπίσουν σοβαρές κρίσεις, αν η υπερθέρμανση του πλανήτη συνεχιστεί με αυτούς τους ρυθμούς και η θερμοκρασία αυξηθεί κατά 3° Κελσίου σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή, προειδοποιεί έκθεση του Αμερικανικού Ινστιτούτου WRI.

«Η διαφορά ανάμεσα στον 1,5° Κελσίου και τους 3° Κελσίου είναι ζήτημα ζωής και θανάτου για δισεκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο», υπογράμμισε ο Ρότζερ βαν ντεν Μπεργκ του Αμερικανικού Ινστιτούτου WRI, που δημοσίευσε αυτή την έκθεση η οποία καταγράφει τα προβλήματα που θα αντιμετωπίσουν οι κάτοικοι του Ντακάρ στη Σενεγάλη, του Ρίο στη Βραζιλία ή της Παντάνγκ στην Ινδονησία.

Η έκθεση εξετάζει τους ενδεχόμενους κλιματικούς κινδύνους σε σχεδόν 1.000 μεγάλες πόλεις όπου σήμερα ζουν 2,1 δισεκ. άνθρωποι, δηλαδή το 26% του παγκόσμιου πληθυσμού και περισσότερο από το 50% όσων ζουν σε αστικά κέντρα.

Οι συντάκτες της έκθεσης εξηγούν τη μεγάλη διαφορά που θα έχει για τους ανθρώπους η αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας κατά 1,5° Κελσίου σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή, έναντι της αύξησης κατά 3° Κελσίου προς την οποία οδεύει αυτή τη στιγμή ο κόσμος.

Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία του ΟΗΕ που χρονολογούνται από τον Νοέμβριο, ο πλανήτης φαίνεται να οδεύει σε άνοδο της θερμοκρασίας κατά 2,9°Κελσίου, με βάση τις δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει μέχρι στιγμής τα κράτη.

«Με υπερθέρμανση 3° Κελσίου πολλές πόλεις ενδέχεται να αντιμετωπίσουν καύσωνες διάρκειας ενός μήνα, έκρηξη της ζήτησης σε ενέργεια προκειμένου να τροφοδοτείται ο κλιματισμός και αλλαγή στους κινδύνους που συνδέονται με τις ασθένειες που μεταδίδονται από τα έντομα – συχνά όλα αυτά ταυτόχρονα», τονίζουν οι συντάκτες.

 

«Οι άνθρωποι που ζουν σε πόλεις με χαμηλό εισόδημα θα πληγούν περισσότερο», προσθέτουν.

Το WRI υπολογίζει ότι ο μεγαλύτερος σε διάρκεια καύσωνας που θα πλήξει τους κατοίκους των μεγάλων πόλεων θα είναι 16,3 ημέρες, αν η θερμοκρασία αυξηθεί κατά 1,5° Κελσίου, ενώ θα φτάσει τις 24,5 ημέρες σε περίπτωση αύξησης κατά 3 βαθμούς. Εξάλλου θα αυξηθεί και η συχνότητά τους από 4,9 κύματα καύσωνα ετησίως, σε 6,4.

Παράλληλα λόγω των καυσώνων θα αυξηθεί και η ζήτηση σε κλιματισμό και κατά συνέπεια σε ενέργεια, ενώ η ζέστη θα αυξήσει τους ιούς που μεταδίδονται με τα κουνούπια, όπως ο δάγκειος πυρετός, ο ζίκα και ο τσικουνγκούνια.

Παγκοσμίως οι πιο φτωχές χώρες, που διαθέτουν λιγότερα μέσα προσαρμογής, θα είναι πιο εκτεθειμένες στις επιπτώσεις της ανόδου της θερμοκρασίας. Σε έναν κόσμο όπου η θερμοκρασία θα είναι κατά 3 βαθμούς υψηλότερη, η υποσαχάρια Αφρική θα πληγεί περισσότερο από την αύξηση της συχνότητας των καυσώνων και την εξάπλωση των ιών.

Κατά συνέπεια το Φριτάουν στη Σιέρα Λεόνε ή η Ντάκα «ενδέχεται να αντιμετωπίσουν καύσωνες διάρκειας μεγαλύτερης από έναν μήνα», με επτά επεισόδια καύσωνα ετησίως κατά μέσο όρο.

«Έχει έρθει η ώρα να προετοιμάσουμε τις πόλεις για έναν πολύ πιο ζεστό κόσμο, κάνοντας ό,τι μπορούμε για να μειώσουμε δραστικά τις εκπομπές» αερίων του θερμοκηπίου, καταλήγει ο βαν ντεν Μπεργκ.

πηγή : ΑΠΕ

22.9.2024