Ομιλία Γιώργου Α. Παπανδρεου στο Συμβούλιο της Ευρώπης (εκ μέρους της σοσιαλιστικής ομάδας SOC-Σοσιαλιστές, Δημοκράτες και Πράσινοι) σχετικά με την σύγκρουση Ισραηλινών – Παλαιστινίων:
Σπαράσσεται η καρδιά μας παρακολουθώντας την οδύνη που προκαλεί ο τρόμος και η βία, συμμεριζόμαστε τον πόνο των οικογενειών που έχασαν δικούς τους ανθρώπους και την αγωνία όσων τα παιδιά κρατούνται όμηροι στη Γάζα.
Οι θηριωδίες αυτές υπερβαίνουν τα όρια της φαντασίας, αποτελούν όμως μια φρικαλέα πραγματικότητα. Οφείλουμε να καταδικάσουμε με τον ισχυρότερο τρόπο, την εξτρεμιστική Χαμάς για τις ασυγχώρητα βάρβαρες πράξεις της.
Για πολλούς από εμάς σε αυτή την αίθουσα, αυτή η φρίκη και ο τρόμος αποτελούν μέρος της ιστορίας της ζωής μας. Είτε είναι οι πόλεμοι που ακολούθησαν τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, η συνεχιζόμενη επιθετικότητα κατά της Ουκρανίας, τα πρόσφατα γεγονότα στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ ή οι συγκρούσεις στην ευρύτερη περιοχή μας, έχουμε βιώσει τα δεινά και την απεγνωσμένη αναζήτηση των προσφύγων για ασφαλή καταφύγια.
Κάθε σύγκρουση έχει τη δική της μοναδική ιστορία. Και η ιστορία του εβραϊκού λαού και του Ισραήλ ξεκινά από τις πιο σκοτεινές στιγμές της ευρωπαϊκής ιστορίας, το Ολοκαύτωμα. Μέσα από τη θλιβερή εμπειρία του Πολέμου, οργανώσεις όπως η δική μας – το Συμβούλιο της Ευρώπης – αναδύθηκαν για να προστατεύσουν τα ανθρώπινα δικαιώματα, το κράτος δικαίου και τη δημοκρατία ως θεμέλιο της ειρήνης στην ήπειρο μας. Και για αυτό , όσα συμβαίνουν σήμερα μας αγγίζουν βαθύτατα .
Ωστόσο, τις επόμενες μέρες, θα γίνουμε μάρτυρες ακόμα περισσότερων καταστροφών, περισσότερων βασάνων και μεγαλύτερου πόνου και στις δύο πλευρές.
Θα αντιμετωπίσουμε δύσκολες προκλήσεις:
Πρέπει να υποστηρίξουμε το δικαίωμα του Ισραήλ να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Γνωρίζουμε ωστόσο ότι η Χαμάς δεν είναι ο παλαιστινιακός λαός που είναι επίσης θύμα αυτής της σύγκρουσης.
Πρέπει να πιέσουμε για να απελευθερωθούν όλοι οι όμηροι. Ανάμεσά τους υπάρχουν παιδιά, γυναίκες και ηλικιωμένοι.
Επίσης να επιδιώξουμε την προστασία των αθώων Παλαιστινίων αμάχων. Η διακοπή της παροχής ηλεκτρισμού και τροφίμων στη Γάζα τροφοδοτεί μόνο τους εξτρεμιστές.
Πρέπει να σταθούμε ενάντια σε εκείνες τις δυνάμεις που θέλουν να δουν αυτή τη σύγκρουση να κλιμακώνεται και να αποτελέσει απειλή για την ευρύτερη ειρήνη.
Ή να γίνει πιόνι σε ένα παγκόσμιο γεωπολιτικό παιχνίδι εξουσίας.
Ή εκείνους που θέλουν να πνίξουν κάθε φωνή μετριοπάθειας, ώστε οι εξτρεμιστές να γίνουν στη συνέχεια οι κύριοι παίκτες στις κοινωνίες τους.
Εξελίξεις που θέτουν σε κίνδυνο ένα δημοκρατικό μέλλον τόσο για το Ισραήλ, την Παλαιστίνη όσο και για την ευρύτερη περιοχή όπου θα κυριαρχήσει ο αυταρχισμός και ο φονταμενταλισμός.
Μοιράζομαι επίσης με πολλούς σε αυτή την αίθουσα μια αίσθηση βαθιάς απογοήτευσης. Πολλοί από εμάς έχουμε εργαστεί ακούραστα, έχουμε επισκεφθεί τόσο συχνά την Ιερουσαλήμ και τη Ραμάλα, για μια ειρηνευτική συμφωνία που διασφαλίζει το Ισραήλ και ανοίγει το δρόμο για ένα βιώσιμο παλαιστινιακό κράτος. Και ξέρουμε ότιη επίτευξη της ειρήνης συχνά κόντεψε να γίνει πραγματικότητα.
Πιστεύω ακράδαντα ότι η απάντησή μας μπορεί να είναι μόνο μία. Εδώ στο Συμβούλιο της Ευρώπης, ως παγκόσμιοι πολίτες, πρέπει να διατηρήσουμε ζωντανό το όραμα της ειρήνης στη Μέση Ανατολή.
Τώρα αντιλαμβανόμαστε ότι η στρατιωτική δύναμη από μόνη της δεν μπορεί να εγγυηθεί την ασφάλεια.
Γνωρίζουμε ότι η βία γεννά περισσότερη βία.
Ούτε όπως είπε ο Pierro Fassino, το να περιμένουμε απλά το πέρασμα του χρόνου μπορεί να φέρει την ειρήνη.
Πρέπει να πιέσουμε συλλογικά τη διεθνή κοινότητα, τις ΗΠΑ, την ΕΕ, τον ΟΗΕ, να εντείνουν τις διπλωματικές προσπάθειες για τον τερματισμό αυτού του πολέμου.
Είναι καθήκον μας, να συνεχίσουμε να εργαζόμαστε για μια λύση δύο κρατών και να υποστηρίζουμε τις δημοκρατικές δυνάμεις του Ισραήλ και της Παλαιστίνης που πιστεύουν ειλικρινά ότι είναι εφικτό να έχουν ένα κοινό μέλλον.
Ένα μέλλον όπου ο λαός του Ισραήλ θα είναι ασφαλής και ο λαός της Παλαιστίνης θα μπορεί να ονειρευτεί ένα φωτεινότερο αύριο, όπου θα μπορούν να μοιραστούν τους καρπούς της ειρήνης, της ευημερίας, της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Μια ειρήνη που βασίζεται στις συλλογικές διεθνείς μας συμβάσεις που θα εγγυάται – αυτή τη φορά – ότι θα είναι μια διαρκής ειρήνη, για όλους.