Δηλώσεις της Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας Κατερίνας Σακελλαροπούλου και του Προέδρου της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας Frank-Walter Steinmeier κατά τη συνάντησή τους στο Προεδρικό Μέγαρο:
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΣΑΚΕΛΛΑΡΟΠΟΥΛΟΥ: Αγαπητέ κύριε Πρόεδρε, θα ήθελα να σας καλωσορίσω στην Αθήνα και να τονίσω ότι διατηρώ τις καλύτερες αναμνήσεις από την επίσκεψή μου στο Βερολίνο πριν από δύο χρόνια. Ελλάδα και Γερμανία, εταίροι και σύμμαχοι, πρεσβεύουν κοινές αρχές και αξίες και συνεργάζονται στενά, τόσο διμερώς όσο και στο πλαίσιο διεθνών οργανισμών για την ειρήνη, τη σταθερότητα και την πρόοδο. Δεν μπορώ παρά να εκφράσω την ικανοποίησή μου για το υψηλό επίπεδο διμερούς συνεργασίας σε τομείς όπως η οικονομία, το εμπόριο, η παιδεία και ο πολιτισμός.
Η ελληνογερμανική φιλία στηρίζεται στον ειλικρινή διάλογο και στον αλληλοσεβασμό. Στο πνεύμα αυτό θα ήθελα να τονίσω, με βάση και τη σχετική απόφαση του ελληνικού Κοινοβουλίου του 2019, τη μεγάλη σημασία που έχει για τον ελληνικό λαό το ζήτημα των πολεμικών αποζημιώσεων και του κατοχικού δανείου το οποίο παραμένει εκκρεμές. Όπως άλλωστε δείχνει η κοινή χθεσινή μας παρουσία, στο Μουσείο του Ολοκαυτώματος στη Θεσσαλονίκη, καθώς και η αυριανή μετάβασή σας στη μαρτυρική Κάνδανο, είναι ανάγκη να συζητάμε με παρρησία για τα ανοικτά τραύματα του παρελθόντος. Η επούλωσή τους θα ενισχύσει ακόμα περισσότερο τις διμερείς μας σχέσεις στο μέλλον.
Η Ελλάδα, πυλώνας σταθερότητας και ασφάλειας στην ανατολική Μεσόγειο, επιδιώκει σχέσεις καλής γειτονίας και ειρηνική επίλυση των διαφορών. Στο πλαίσιο αυτό, προσδοκούμε από σημαντικούς φίλους, όπως η Γερμανία, την επίδειξη συμμαχικής αλληλεγγύης και κατανόησης ευαίσθητων ισορροπιών στην περιοχή.
Mε τις πολλαπλές κρίσεις της εποχής μας, όπως ιδίως ο συνεχιζόμενος πόλεμος στην Ουκρανία και η ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή, καθίσταται περισσότερο αναγκαίος από ποτέ ο σεβασμός του Διεθνούς Δικαίου και η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Παράλληλα, οι εξελίξεις αυτές θυμίζουν σε όλους μας την αξία μιας Ευρώπης ενωμένης, ισχυρής και στρατηγικά αυτόνομης.
Ταυτόχρονα, οι σύγχρονες προκλήσεις, όπως η κλιματική κρίση και το μεταναστευτικό, απαιτούν συντονισμένη δράση τόσο πανευρωπαϊκά όσο και παγκόσμια επί τη βάσει των αρχών της αλληλεγγύης και της δίκαιης κατανομής των βαρών. Μόνον έτσι θα μπορέσουμε να προστατεύσουμε τις δημοκρατίες μας αποτελεσματικά από τα ανησυχητικά φαινόμενα έξαρσης λαϊκισμού, εθνικισμού και μισαλλοδοξίας.
Προσδοκώντας στη συνέχιση των συζητήσεών μας πάνω σε όλα αυτά τα θέματα, και πάλι σας καλωσορίζω στην Αθήνα, κύριε Πρόεδρε.
FRANK – WALTER STEINMEIER (από ανεπίσημη μετάφραση): Αξιότιμη κυρία Πρόεδρε, χαίρομαι ιδιαίτερα που μου δίνεται η ευκαιρία, για άλλη μία φορά, να επωφεληθώ από τη φιλοξενία σας. Σκέφτομαι όλα τα προηγούμενα χρόνια που υπό πολλές ιδιότητες ταξίδεψα πολλές φορές στη χώρα σας. Και φυσικά, αναπολώ και τις ημέρες και τις ώρες που περάσαμε στο Βερολίνο.
Με χαροποιεί το γεγονός ότι ουσιαστικά έχουμε τις ίδιες αξίες και αυτές τιμάμε και επίσης το γεγονός ότι έχουμε και τόσο στενή επικοινωνία μεταξύ μας. Τις προάλλες μάλιστα συναντηθήκαμε στην Κρακοβία, στην αντίστοιχη σύνοδο των Προέδρων. Επίσης, έχουμε συχνή τηλεφωνική επικοινωνία σε περιπτώσεις που έχουμε να αντιμετωπίσουμε κρίσεις. Όλα αυτά δείχνουν πόσο πυκνές είναι οι σχέσεις μας, όχι μόνο μεταξύ μας, αλλά και μεταξύ Προέδρων της Ευρώπης.
Όσον αφορά τώρα αυτή μου την επίσκεψη στην Αθήνα, με χαροποιεί ιδιαίτερα το γεγονός ότι με προσκαλέσατε να συμμετάσχω χθες στην εκδήλωση στη Θεσσαλονίκη. Μία πόλη με την οποία με συνδέουν πολλά πράγματα, ιδίως, και το αναφέρατε ήδη, το θίξατε στις εισαγωγικές σας παρατηρήσεις αναφορικά με την γερμανική ευθύνη, με τις φρικαλεότητες που διέπραξαν οι Γερμανοί πριν και κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Όσον αφορά τη νομική μας θέση επί του ζητήματος των επανορθώσεων, διαφέρει, κυρία Πρόεδρε το γνωρίζετε. Εμείς είμαστε της άποψης ότι νομικά αυτό το θέμα θεωρείται λήξαν, ωστόσο παραμένουμε δεσμευμένοι απέναντι στην ιστορική μας ευθύνη, όχι μόνον αναφορικά με τη Θεσσαλονίκη αλλά και αλλού.
Αυτός ήταν και ο λόγος που με ώθησε να έρθω σε επαφή με τους επιζήσαντες στη Θεσσαλονίκη, με την Εβραϊκή Κοινότητα και να συζητήσουμε πώς θα μπορούσαμε να δημιουργήσουμε ένα μνημείο για τη μνήμη των ανθρώπων που χάθηκαν. Αυτή αποτέλεσε και την εκκίνηση αν θέλετε της όλης ιδέας να δημιουργηθεί στη Θεσσαλονίκη ένα μουσείο όχι μόνον αναφορικά με τα θύματα του Ολοκαυτώματος αλλά και όλα τα θύματα της γερμανικής Κατοχής. Και ευχαριστώ ιδιαίτερα για το γεγονός ότι τόσο η Ελλάδα, δηλαδή η ελληνική Κυβέρνηση, όσο και ιδιωτικά ιδρύματα, με την υποστήριξη της Γερμανίας, συμβάλλουν ώστε να μπορούμε τώρα να υλοποιήσουμε αυτό το έργο, του οποίου την πρόοδο διαπιστώσαμε χθες στη Θεσσαλονίκη.
Ωστόσο δεν υλοποιήσαμε μόνο αυτό το έργο, δεν δημιουργήσαμε μόνο ένα μουσείο για το Ολοκαύτωμα, αλλά, συνοδευτικά προς αυτό, δημιουργήσαμε τις προϋποθέσεις ώστε η μνήμη και η θύμηση να μείνει ζωντανή στις νέες γενιές. Το 2015, και συγκεκριμένα σε μια συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας, ιδρύσαμε το Ελληνογερμανικό Ίδρυμα της νεολαίας, το οποίο θα πρέπει να το στηρίξουμε και στο μέλλον. Έχουμε επίσης ιδρύσει το ταμείο για το μέλλον, στο οποίο δραστηριοποιούνται άτομα και από τις δύο πλευρές που αφοσιώνονται στο να διατηρηθεί η μνήμη ζωντανή.
Επίσης, αύριο κυρία Πρόεδρε, το γνωρίζετε, θα μεταβώ στην Κρήτη, θα επισκεφθώ ένα από τα μαρτυρικά χωριά και θα μιλήσω δημοσίως αναφερόμενος στην ευθύνη που φέρουμε εμείς οι Γερμανοί απέναντι στα θύματα και απέναντι στα όσα έγιναν. Είναι ένα δύσκολο θέμα το οποίο ακόμη και σήμερα επηρεάζει τη σχέση μας, κάτι το οποίο δεν μπορούμε να αγνοήσουμε, και γι’ αυτόν τον λόγο θα αναφερθώ και σε αυτό κατά την επίσκεψή μου.
Ως προς τα άλλα, πρέπει να πω ότι η χρονιά αυτή που διανύουμε είναι ιστορικής σημασίας για εμάς, γιορτάζουμε τα 150 χρόνια από την ίδρυση του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου που το μεσημέρι σήμερα θα επισκεφθούμε σε μια εορταστική επέτειο. Όχι μόνο τα 150 χρόνια της ίδρυσης της Αρχαιολογικής Σχολής είναι κάτι που οφείλουμε να γιορτάσουμε, αλλά και το γεγονός ότι Γερμανοί αρχαιολόγοι έχουν επιφορτιστεί εδώ και 150 χρόνια με την έρευνα και την εργασία πάνω σε αυτά τα θέματα, είναι κάτι το οποίο και αυτό θα μνημονεύσουμε και θα γιορτάσουμε φέτος.
Και αυτό δεν το πράττουμε μόνο σε αυτό το επίπεδο αλλά έχουμε κατά νου και τις οικονομικές μας σχέσεις, δηλαδή τις σχέσεις υπό αυτή την σκοπιά βλέποντας ότι πλέον τα πράγματα έχουν αλλάξει. Υπάρχει οικονομική ανάπτυξη, υπάρχει ανάπτυξη στο επίπεδο εμπορίου. Ένα παράδειγμα: χθες επισκεφθήκαμε μια φαρμακευτική εταιρία και διαπιστώσαμε πόσο έντονο και πόσο μεγάλο παραμένει το ενδιαφέρον για επενδύσεις από γερμανικής πλευράς.
Και φυσικά με χαροποιεί το γεγονός ότι μας δίνεται η ευκαιρία, κυρία Πρόεδρε, να συζητήσουμε και για όλα τα άλλα ζητήματα, τις μεγάλες κρίσεις που ταλανίζουν την εποχή μας, αντιπαραθέσεις που δεν μπορούμε να παραβλέψουμε. Θα μιλήσουμε για τον επιθετικό πόλεμο της Ρωσίας, αλλά θα μιλήσουμε και για μια πολύ εγγύτερη εστία κρίσης, που είναι η Μέση Ανατολή. Και να σας ευχαριστήσω με μία φράση για αυτό το πολυσχιδές και τόσο ενδιαφέρον πρόγραμμα που αναμένω να έχω τις επόμενες μέρες. Σας ευχαριστώ.
30.10.2024