Γράφει Δ. Καρακατσάνη
Κατώφλι…πατάω στο σκαλί, μπροστά στη πόρτα του…και πριν ανοίξει να μπώ , κοντοστέκομαι και κοιτάω πίσω.
Ενα σωρό Δεκέμβριοι ,όλοι σχεδόν ,το ίδιο σουλούπι πια …από μακρυά .
Στ ΄αυτιά, τ΄όνομα του μήνα , φέρνει και μια κρύα πνοή αέρα , χειμωνιάτικη,όπως και στα μικρά χρόνια.
Πίσω πίσω, αυτοί απ τα χρόνια του Δημοτικού, τα παιδικά,χαρακτηριστικοί, αξέχαστοι.
Βάζω το χέρι πάνω απ τα μάτια να δώ καλά ,ξανά ,το τότε.
Πρώτη τάξη, τελευταίες μέρες, πριν τις διακοπές των γιορτών, “τις παύσεις”,όπως έλεγε η μαμά μου , σαν σε όνειρο θυμάμαι,, ένα πρωί ,στην αυλή τη χωματένια,του σχολείου, άνοιξε η μεγάλη αυλόπορτα και μπήκε ενα αυτοκίνητο με καρότσα, του Δήμου και ξεφόρτωσε κούκλες, για όλα τα κορίτσια , κοκκάλινες τις λέγαμε,ήταν πλαστικές και γυμνές και για τ΄αγόρια αυτοκίνητα φορτηγά ,ανατρεπόμενα.
Πήρα τη κούκλα αγκαλιά και τί χαρά!!!!
Στο σπίτι είχαμε και μια μεγαλύτερη , ντυμένη με σφουγγαρένιο φουστάνι και καθόταν στο κρεββάτι των γονιών , πάνω στη καμηλό κουβέρτα , ανάμεσα στα μαξιλάρια φιγούρας ,αλλά , δεν ήταν για παιχνίδι, εκείνη.
Η γυμνή κουκλίτσα ντύθηκε, με ενα μωρουδιακό δικό μου ., πλεχτό και της ηρθε” κουτί” κι ανοιγόκλεινε τα γαλάζια ματάκια της ,μόλις τη κουνούσα.
Γιορτούλα στο σχολείο ,στη τάξη Χριστουγεννιάτικο δεντράκι, με στολίδια, που έπρεπε κάθε παιδί απ το σπίτι του,να φέρει απο ένα , τραγουδάκια και χαρά για το δεκαπενθήμερο καθισιό.
Το σπιτάκι, άλλαζε λιγάκι με τα γιορτινά στρωσίδια.
Στο πάτωμα κιλίμι μάλλινο, απ της γιαγιάς τον αργαλειό υφασμένο ,με στημόνια γερά κι απ τη “πατρίδα” φερμένο , όπως έλεγαν τη Μικρασία, οι δικοί μου.
Εβαζε στο τραπέζι το βελούδινο τραπεζομάντηλο η μαμά , της προίκας της το βυσσινί, αντί για το δαμάσκο ,το καθημερινό και με το καρέ απο πάνω , εταμίνα κεντημένη με μουλινέ και γύρω αζούρ.
Ντιβανοσκέπασμα κλαδωτό ,ίδιο με τις κουρτίνες και η σόμπα βαμμένη με την ασημί μπογιά και τα στεφάνια των εστιών της με φούμο…που έκαιγε ξύλα κι έκανε μια ζεστούλα γλυκειά πολύ…….
Φτωχά πράγματα,,, αλλά ζεστά …. και στα παιδικά μάτια .,όμορφα και φυσιολογικά!
Παραμονή Χριστουγέννων, κάλαντα… πρωί πρωί… και παγωνιά.
Παλτό, κασκόλ και τα γαντάκια μάλλινα ,αλλά ,τα χεράκια μέσα, “ξύλα”…και στο γυρισμό, κόκκινα απ το κρύο , τα χουχούλιζε η μαμά και τάβαζε στη μασχάλη της να μας τα ζεστάνει και να παρηγορηθούμε απ το πόνο .
Πόρτα πόρτα , μέχρι το μεσημέρι, και στο σακκουλάκι απ το βαμβάκι ,που έλεγε απάνω του Ζικ Ζακ… , να λέμε με τον αδελφό μου τα κάλαντα και να μαζεύουμε πεντάρες , δεκάρες ,φράγκα σπάνια και δίφραγκα ποτέ.
Φτωχολογιά όλη η γειτονιά και η παραγειτονιά. Τι να περιμέναμε …
Το μέτρημα με λαχτάρα ,, στο τέλος και πως γινόταν καθε χρονιά ,μέχρι και τα 11 -12 μου ,που δεν ξαναπήγαμε , νάναι περίπου 70 δραχμές και κατευθείαν στο κουμπαρά, με μαραμένο βλέμμα..
Τι να πρωτοπάρεις με 70 δραχμές….! κι όμως ήταν “λεφτά”… τότε..
Το Χριστουγενιάτικο δέντρο δεν υπήρχε ανέκαθεν στο σπίτι , αλλά ήρθε ένα βράδυ ,πολλά χρόνια αργότερα, που βρέθηκαν χρήματα απο τις 700 δραχμές ,που κέρδισε ο μπαμπάς , στο Λαικό, στολίστηκε και στήθηκε στο σαλονάκι, γιατί στη κουζίνα που ήταν καθιστική ,αλλα πολύ μικρή, δεν χωρούσε πουθενά.
Θέρμανση εκεί δεν υπήρχε ,αλλά λαχτάρα να νυχτώσει, ν΄ανάψω τα λαμπάκια και να φαίνονται ν΄αναβοσβήνουν πολύχρωμα και με προφάσεις, ότι κάτι θα φέρω απο το δωμάτιο , να κάθομαι να τα χαζεύω, μέχρι νάρθει ο μπαμπάς απ τη δουλειά , να τραβήξει τη πρίζα και να πει..” Φτάνει τόσο.Το ρεύμα ξοδεύεται άσκοπα.”….
Δε πειράζει… ας είναι,,, θα βρω να χαρώ , τα χάρτινα αγγελάκια με τη χρυσόσκονη που θ΄αγοράσω , αν έχει ρέστα ,κανα μισόφραγκο , απ τα ψώνια του μπακάλη.
Με τ΄αγγλικά θα μας πάνε ,για τη γιορτή σε κινηματογράφο!!!!
Πω πω!!!!! Η χιονάτη κι οι νάνοι της ,, ταινία,, κι η Μαίρη Πόπινς και ο Χοντρός με το Λιγνο!! τι γέλια με τα δάκρυα ,, τι χάζι!!!!!!!
Ειχα να λέω, με τις ώρες, μετά στο σπίτι γι αυτά και να τα σκέφτομαι συνέχεια , πως θα τα γράψω στην έκθεση , οταν ξανανοίξει το σχολείο , με θέμα ” Πως πέρασα στις διακοπές”.
Μια χαρά γιορτές…. και η φτώχεια ασυνειδητοποίητη.
Ολα ,φυσικώ τω λόγω ,τότε!!
Δε κοιτάω άλλους Δεκέμβριους στη σειρά , πιο πρόσφατους…
Γιατί να το κάνω ;
Πιάνω το χερούλι της πόρτας του φετινού , το γυρνάω και μπαίνω…
Σπίτι με ευκολίες,, ζωή σύγχρονη ,αλλα πιεστική , η δυσκολία της συνειδητοποιημένη ως το κόκκαλο, στο στήθος βάρος απ την αβεβαιότητα , ζέστη απο το καλοριφέρ ,αλλά ρίγος απ τις σκέψεις, ο καθρέφτης μεγάλος και με βλέπω ολόκληρη , χωρίς να σηκωθώ στις μύτες …
Προσπαθώ να σιάξω τη παιδική φραντζούλα μου και στα δάχτυλα γυαλίζουν χρυσόσκονες απ τ΄αγγελάκια, όμως, άλλα χρώματα τώρα,,, στα μάτια ….των μεγάλων χρόνων μου…
Χριστούγεννα ,τι πάει να πει ; .. γιορτές ,τι νάναι… …….
Ψυχή μου,, τι χρώμα στέλνεις στα μάτια…
Τα φωτάκια σου, πού είναι ; κάηκαν τα λαμπάκια τους απ τη μια χρονιά στην άλλη.. η στα κάψανε ;
Γιατί το άφησες να γίνει…. ;
Βγές έξω ξανά στο κατώφλι, πάρε τη κούκλα τη παιδική σου αγκαλιά και κοίτα την στα μάτια ,που δεν έχουν πια τσίνορα και κλάψε,,
Θα ξελαφρώσεις και αντε μέσα ξανά ,θές δε θές, η ζωή τραβάει την ανηφόρα κι ελπίζει οτι θα βρει και ισιάδα ….
Δ. Καρακατσάνη
11.12.2023