Τίτος Πατρίκιος – Ο ποιητής της καρδιάς μου

Γράφει η Αιμιλία Πανταζή

 

Το επίσημο όνομα του είναι Βαπτιστής Τίτος Πατρίκιος. Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1928 και γονείς του ήταν ο Σπύρος και η Λέλα Πατρικίου ηθοποιοί και οι δύο.

Αλήθεια, πώς θα ήταν ο κόσμος της ποίησης χωρίς τα ποιήματά του; Προσωπική μου άποψη είναι, ότι θα ήταν πολύ φτωχότερος. Πιστεύω ότι είναι ο μεγαλύτερος εν ζωή Έλληνας ποιητής. Τον θαυμάζω και τον εκτιμώ απεριόριστα.

Όσοι έχετε διαβάσει ποιήματά του, σίγουρα έχετε νιώσει να διακατέχεστε από έντονα συναισθήματα. Οι στίχοι του δημιουργούν μια γλυκιά προσμονή για όσα θα συμβούν. Κάθε λέξη του είναι σμιλεμένη με τρόπο που σε πάει νοερά κάπου αλλού, προσφέροντάς σου μια ανεπανάληπτη αναγνωστική εμπειρία. Η ποίησή του δίνει δύναμη.

Διαβάζοντας κατά καιρούς συνεντεύξεις του, έχω αντιγράψει στα κιτάπια μου κάποια από τα λόγια του και θα ήθελα να τα μοιραστώ μαζί σας. Λυπάμαι μόνο που δεν έχω κρατήσει τις πηγές στις οποίες τα είχα διαβάσει. 

  • Όπως κάποια άλλα παιδιά έπαιζαν με κύβους ή άλλα παιχνίδια, εμένα μου άρεσε να παίζω με τις λέξεις. Σιγά-σιγά, αυτές οι συναρμολογήσεις λέξεων έγιναν ποιήματα και το 1943 δημοσιεύεται το πρώτο μου ποίημα, το οποίο και θυμάμαι ακόμα απέξω. Ο τίτλος του ήταν «Αν βρεις»: «Αν ψάξεις, θα βρεις. Τίποτα κρυμμένο δεν μένει, σπάσε σκληρά τους δεσμούς που σφιχτά είναι δεμένοι. Και αν βρεις μηδέν, με τον χρόνο ρουτίνα θα γίνει, να χάσεις πρέπει, αν θες μια θύμηση παντοτινή να μείνει». Αν και εκείνες οι εποχές περιείχαν αρκετές κακουχίες, θεωρώ ότι στις δύσκολες εποχές γράφει κανείς και όχι στις εύκολες.
  • Χαίρομαι όταν μου λένε ότι στο Διαδίκτυο υπάρχουν άνθρωποι που γνωστοποιούν τα ποιήματά μου για να εκφράσουν τα συναισθήματά τους. Είναι η μεγαλύτερη ικανοποίηση για έναν ποιητή. Πριν από μερικά χρόνια κατάλαβα ότι παρόλο που η ποίηση είναι αυτοβιογραφική και αφορά προσωπικά βιώματα, γίνεται χρήσιμη και ολοκληρώνεται μόνο όταν δίνει τη δύναμη στον αναγνώστη να φτιάξει εκείνος τη δική του αλήθεια και να ανακαλύψει τον εαυτό του. Αν και ανήκω στους αναλφάβητους του Διαδικτύου, αναπολώ έναν Ιταλό που ήξερε πολύ από τον χώρο του Internet και έλεγε ότι οι τρεις λέξεις με τις περισσότερες αναζητήσεις στο Google είναι πρώτα το «sex», μετά η λέξη «money» και στη συνέχεια –κανείς δεν θα το περίμενε ποτέ– η λέξη «poetry». Ίσως, τελικά, η ποίηση να είναι η τέχνη που περισσότερο γράφεται, παρά διαβάζεται. Η ποίηση σε βρίσκει, αρκεί, όταν σε συναντήσει, να μην την αρνηθείς. Σήμερα οι ποιητές χρειάζονται, γιατί πολλές φορές η επιπολαιότητά μας κάνει πιο ευχάριστη τη ζωή. Στην ποίηση, άμα είσαι πολύ σοβαρός, γίνεσαι ανιαρός. Είναι πολλά τα πράγματα που μας βρίσκουν στη ζωή, χωρίς καν να το αντιληφθούμε. Είναι κάτι που συμβαίνει και στον έρωτα. Περνά από μπροστά μας αρκετές φορές, τον χάνουμε και μετά χτυπάμε το κεφάλι μας γιατί δεν προλάβαμε. Για τον έρωτα έχω γράψει ένα ποίημα που λέγεται «Το δύσκολο»:  «Όπως και αν έρθουν τα πράγματα, όσο αντίξοες κι αν είναι οι συνθήκες, πάντα μπορεί κανείς να ερωτεύεται. Το δύσκολο είναι ν’ αγαπάς».
  • Είναι πολλά αυτά που με εκνευρίζουν, αλλά αμέσως σκέφτομαι «μήπως δεν είναι το δικό μου μοντέλο αισθητικής αυτό που είναι το σωστό;». Υπήρξα επί πολλά χρόνια ακραίος και έτσι χρειάστηκε να ωριμάσω ή να καταλαγιάσω για να καταλάβω τη σπουδαιότητα του μέτρου. Πέρασαν πολλά έτη, βέβαια, γιατί πάντα θεωρούσα ότι το μέτρο έχει να κάνει με τη μετριότητα και την ασημαντότητα. Το μέτρο είναι η κατάκτηση μιας ισορροπίας. Ένας από τους πιο σημαντικούς ζωγράφους του σουρεαλισμού, ο Μαρσέλ Ντισάν, δημιουργούσε για πολλά χρόνια ένα έργο τέχνης που ήταν φτιαγμένο ανάμεσα σε δύο κρύσταλλα. Το έργο αυτό αγοράστηκε από ένα μεγάλο μουσείο και κάποια στιγμή τον κάλεσαν για να του πουν ότι μπήκε ένας διαταραγμένος άνδρας και με ένα σφυρί ράγισε το κρύσταλλο και ότι έπρεπε να πάει να το αλλάξει. Πάει ο Ντισάν στο μουσείο, το βλέπει με το ράγισμα και λέει «το έργο τώρα τελείωσε». Παρά το παράδοξο της ιστορίας, αντιλαμβανόμαστε ότι για κάθε έργο χρειάζεται ένα τέλος. Είναι ένα κριτήριο που ισχύει και όταν διαβάζεις ένα ποίημα για να κρίνεις αν είναι καλό ή κακό. Ένα ποίημα τελειώνει όταν δεν μπορείς να προσθέσεις ούτε μια λέξη. Η μεγαλύτερη δυσκολία όταν γράφει κανείς –και όχι μόνο ποιήματα– είναι το πώς τελειώνεις. Η αρχή είναι πάντα εύκολη, μπορεί να είναι ένα κίνητρο, μια παρόρμηση, ένα αίσθημα. Δεν μιλάμε για την έμπνευση, διότι η έμπνευση είναι η ξαφνική λάμψη που μέχρι τότε κοίταζες κάτι χωρίς να το βλέπεις. Το δύσκολο είναι το τέλος. Η «λύσις», που έλεγε και ο Αριστοτέλης. Για όλα!
  • Αυτήν τη στιγμή παρακολουθούμε να γκρεμίζονται όλες οι βεβαιότητες με τις οποίες εμείς μεγαλώσαμε. Όλες οι βεβαιότητες είναι υπό κρίση και αναθεώρηση. Έχω υπάρξει για πολλά χρόνια μέλος κόμματος. Τώρα, δεν ανήκω πουθενά. Το μόνο που πιστεύω είναι ότι είμαι ένας επιζών. Ξέρετε, όταν λέμε είμαι «της Αριστεράς», αυτή η γενική είναι κτητική και δηλώνει ότι ανήκεις κάπου. Όπως όταν λέμε ότι είμαι του Ολυμπιακού ή του Παναθηναϊκού. Μία από τις μεγάλες εκπλήξεις που συνάντησα στη ζωή μου ήταν στο Παρίσι, τέλη της δεκαετίας του ’50, όταν διάβασα στην εφημερίδα, ύστερα από μια εκλογική αναμέτρηση, ότι το τάδε κόμμα πήρε Α ποσοστό, το άλλο Β και οι λοιπές αριστερές δυνάμεις έλαβαν τόσο. Για πρώτη φορά είδα τη λέξη «Αριστερά» στον πληθυντικό και έπαθα σοκ. Αναλογιζόμουν πώς είναι δυνατόν να είναι πολλές οι αριστερές, αφού γνωρίζουμε ότι είναι μία; Επομένως, συνειδητοποίησα ότι οι αριστερές είναι πολλές. Οι μύθοι και οι βεβαιότητες έχουν τη δύναμη να ανανεώνονται. Το ζήτημα δεν είναι πώς αυτοπροσδιορίζεται κάποιος στην πολιτική αλλά το τι έχει κάνει και πώς κρίνεται με βάση το έργο του. Η κομματική ένταξη είναι πολύ περιοριστική στην πνευματική δράση. Ένας διανοούμενος δεν μπορεί να βρίσκεται σε κλίμακες ηγεσίας, διότι έχει την ελευθερία της γνώμης του και την αναπλάθει συνεχώς. Μέσα σε κομματικά πλαίσια αναγκάζεται να ακολουθεί τις απόψεις της πλειοψηφίας.
  • Πριν από αρκετά χρόνια, ένας φίλος μού είπε: «Δεν σε υποφέρω πια, είσαι φλύαρος». Σοκαρίστηκα και πήγα σε έναν άλλο φίλο μου, που τον εκτιμούσα πολύ, και τον ρώτησα: «Πες μου, είμαι φλύαρος;». Μου απάντησε: «Η αλήθεια είναι ότι μιλάς πολύ, φλύαρος όμως δεν είναι αυτός που μιλάει πολύ, αλλά εκείνος που δεν ακούει τον άλλο». Σημασία, λοιπόν, έχει να ξέρεις να ακούς και να ζεις όπως επιθυμείς, δημιουργικά και διαπλαστικά, αρκεί να μην το κάνεις εις βάρος κάποιου άλλου.
    • Δεν υπάρχει κοινωνία που να έχει καταργήσει το «εγώ», το ίδιο ισχύει και για την ελληνική. Αν ανατρέξουμε στη μαοϊκή εποχή της Κίνας, είχε καταργηθεί το «εγώ» της κοινωνίας, αλλά επικρατούσε το «εγώ» του ηγέτη. Το ουσιαστικό είναι να καταλάβουμε ότι δεν υπάρχει «εγώ» χωρίς το «εμείς», γιατί αλλιώς το «εγώ» είναι μοναχικό και τα μοναχικά άτομα πεθαίνουν μόνα τους, χωρίς να τα λογαριάζει κανείς. Το ίδιο ισχύει και για το «εμείς», που μπορεί να υπάρξει μόνο αν ακολουθείται από το «εγώ», διότι το «εμείς» δεν μπορεί να είναι ένας πολτός μέσα στον οποίο εξανεμίζονται τα «εγώ». Την ευτυχία την αντιλαμβανόμαστε εκ των υστέρων. Όταν τη ζούμε, δεν το καταλαβαίνουμε, αλλά σημασία έχει να μην καθυστερήσουμε πολύ να την αγγίξουμε. Για τον θάνατο μου αρέσει κάτι που έχει πει ο Γούντι Άλεν: «Βεβαίως και φοβάμαι τον θάνατο, γι’ αυτό προτιμώ όταν έρθει να μην είμαι εκεί». Τις μεγαλύτερες ικανοποιήσεις που παίρνω στη ζωή μου είναι όταν έρχονται και μου λένε πως ένας στίχος ή ένα ποίημά μου βοήθησε έναν άνθρωπο να ξεπεράσει μια πικρή ιστορία του. Η ζωή με έχει μάθει ότι αξίζει τελικά να τη ζεις και όχι να την καταστρέφεις. Ο Καζαντζάκης έχει πει: «Δεν φοβάμαι τίποτα, δεν ελπίζω τίποτα, είμαι ελεύθερος». Εμένα μου αρέσει να το αντιστρέφω: «Πάντα φοβάμαι για κάτι, πάντα ελπίζω σε κάτι και προσπαθώ πάντα να γίνω ελεύθερος».
  • Το θέμα δεν είναι το να είσαι ο καλύτερος, αλλά το να είσαι ο διαφορετικός.

Με μεγάλη χαρά υποδεχτούμε τον σπουδαίο ποιητή την Δευτέρα 29 Μαΐου 2023 στο Πολιτιστικό Κέντρο Δροσιάς και θα έχουμε την ευκαιρία μετά την προβολή του ντοκιμαντέρ «Τίτος Πατρίκιος» του Ανδρέα Αντωνιάδη να συνομιλήσουμε μαζί του και να τον ακούσουμε να απαγγέλει ποιήματά του.

 27.5.2023